To Κολωνάκι που οδηγεί Λυκαβηττό
Το Κολωνάκι είναι μια ταυτισμένη έννοια. Δικαίως εν μέρει. Δεν είναι, όμως, μόνο αυτή η φαινομενική –πολλές φορές– μπουρζουαζία που αποπνέει αυτό το κομμάτι της Αθήνας. Δεν είναι όλοι στιλιζαρισμένοι κι ούτε το αριστοκρατικό συγχέεται κατ’ανάγκη με το κιτς του εύπορου.
Μια Τρίτη μεσημέρι, με τον ήλιο πάνω από το κεφάλι μας, ξεκινήσαμε με τον Γιάννη για μια βόλτα στα στενά του Κολωνακίου που οδηγούν Λυκαβηττό. Δεινοκράτους, Ξενοκράτους, Σπευσίππου, Κλεομένους, Αριστίππου, Περιφερειακή Λυκαβηττού κ.α. Δρόμοι με... χαρακτήρα θα το έλεγα. Εδώ, το ανφάν γκατέ δε φωνάζει. Παραμένει διακριτικό και συνηγορεί με τον περαστικό δηλώνοντάς του και την άλλη όψη της Αθήνας. Αυτή που ανακαλύπτεις μόνο αν περπατήσεις.
Στο βλέμμα των ανθρώπων που συνάντησα δεν είδα χαραγμένο τον τεταμένο ρυθμό που διακρίνεις σε όσους ζουν και εργάζονται λίγο πιο κάτω από αυτή τη μεριά της πόλης.
Με τον Γιάννη φτάσαμε μέχρι τον Άη Γιώργη, στην κορυφή του Λυκαβηττού και χαζέψαμε από εκεί, την Αθήνα από ψηλά. Σαν κάτοψη μακέτας μας φάνηκε. Διακρίνεις τα πάντα! Τους πνεύμονες της ιστορίας, τα κέντρα των πολιτικών αποφάσεων, τους οδικούς άξονες. Παίρνεις μια ισχυρή αποστασιοποιημένη δόση καθημερινότητας. Και πόσο λυτρωτικό είναι αυτό! Και φτάνεις να σκέφτεσαι τα λόγια του Ρένου Χαραλαμπίδη στην ταινία «Φτηνά Τσιγάρα»…
Δεν κόστισε κάτι… ίσως λίγη κούραση αλλά κι αυτή μετεξελίχθηκε σε μια ευεργετική ανάμνηση.