Ανοιχτά Μάτια - Λυμένες Σιωπές
Οι συντελεστές του Tunnel of Oppression μιλούν στο PRAGMATIKOTITA

Οι Φανή Γρύλλη, Κωνσταντίνος Μποσυνάκης, Παναγιώτης Μπακολουκάς και Νάνσυ Πλαβούκου, συντελεστές της Παράστασης “Tunnel of Oppression” που παίζεται στο VAULT Theatre Plus και στο 5ο OPEN SEPTEMBER φεστιβάλ τεχνών, μίλησαν στο PRAGMATIKOTITA για τη ζωή μέσα και έξω από το «Τούνελ». Η διαφορετικότητα της συνέντευξης έγκειται στο γεγονός πως ο ένας από τους δύο που θέτουν τις ερωτήσεις είναι ο Δημήτρης Πλαβούκος, σκηνοθέτης και σεναριογράφος της παράστασης.
ΚΣ: Παναγιώτη είσαι από τα παιδιά που βρίσκονται μέσα στο «Τούνελ» από την αρχή. Ένα χρόνο μετά, τι έχει αλλάξει σε σένα περισσότερο με βάση αυτήν σου την εμπειρία;
ΠΜ: Μεγάλωσα σ'ένα χωριό όπου οι άνθρωποι «φοβούνται» και απομακρύνονται από το διαφορετικό και από το ξεχωριστό. Το να έρθω στην Αθήνα με ωρίμασε και με ελευθέρωσε αλλά το Τούνελ μου άνοιξε τα μάτια! Δεν ήμουν ποτέ ρατσιστής, σε οποιαδήποτε κοινωνικά περιθωριοποιημένη ομάδα, αλλά δεν μπορώ να παραδεχτώ πως θα πάλευα και θα υπερασπιζόμουν κάποιον για την διαφορετικότητά του. Μέσα από το «Τούνελ» δεν έμαθα μόνο να υπερασπίζομαι όσους το έχουν ανάγκη αλλά και να παρακινώ και τους γύρω μου να βλέπουν τα πράγματα από άλλη οπτική γωνία. Οπότε, αυτολεξεί, έγινα πιο δυνατός, πιο ενημερωμένος και περισσότερο ανοιχτός και βοηθητικός με τους γύρω μου!
ΚΣ: Νάνσυ, πέρα από το ρόλο σου ως υπεύθυνη επικοινωνίας του Tunnel of Oppression, συμμετέχεις και ως εθελόντρια στην παράσταση. Ποιο είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα/εμπόδιο που αντιμετώπισες ως υπεύθυνη επικοινωνίας και ποια η μεγαλύτερη δυσκολία ως εθελόντρια επάνω στη σκηνή;
ΝΠ: Ως εθελόντρια επάνω στη σκηνή, το μεγαλύτερο μου πρόβλημα είναι η σκηνή η ίδια… τη φοβάμαι λίγο, αλλά αυτό που κάνουμε είναι τόσο πάνω από κάθε μου φόβο οπότε προσπαθώ να το ξεπερνάω με αυτή μου τη σκέψη. Το μεγαλύτερο πρόβλημα μου σαν υπεύθυνη επικοινωνίας είναι η δυσκολία που αντιμετωπίζω λέγοντας σε όσους με καλούν για κρατήσεις θέσεων, ότι είμαστε sold out και πως δεν μπορούν να παρακολουθήσουν την παράσταση. Αν και δεν θα το έθετα σαν πρόβλημα αλλά σαν στενοχώρια περισσότερο (και ευχαρίστηση την ίδια στιγμή), μακάρι να είχαμε χώρο για όλους αλλά δυστυχώς…
ΔΠ: Κωνσταντίνε αυτό είναι το πρώτο σου «τούνελ» και έχεις αναλάβει έναν από τους 4 βασικούς χαρακτήρες και τον 2ο μεγαλύτερο από τους ρόλους (με 1ο αυτόν της Φανής). Πώς αισθάνεσαι για το «βάρος» της ευθύνης που σου ανατέθηκε με το που πέρασες μέσα στο «Τούνελ»;
ΚΜ: Είναι ένα πολύ μεγάλο βάρος να έχω έναν τόσο μεγάλο ρόλο με το ξεκίνημα μου στο «Τούνελ» και είναι πολύ σημαντικό που μου εμπιστεύτηκες αυτόν τον ρόλο! Νιώθω πολλά χαρούμενα συναισθήματα που είμαι στο «Τούνελ», που έχω έναν τόσο ωραίο ρόλο και που μπορώ να προσφέρω τόσα πολλά μέσω αυτής της performance. Επίσης όταν πρωτοπήρα τον ρόλο στα χέρια μου αγχώθηκα γιατί δεν πίστευα ότι θα ανταπεξέλθω αλλά έπειτα τον ένιωσα ως μια πρόκληση και με την πολύτιμη βοήθειά σου ελπίζω ότι τα καταφέραμε.
ΔΠ: Αυτό είναι το 4ο Τούνελ στο οποίο συμμετέχεις. Ποιες οι διαφορές ανάμεσα στους χαρακτήρες που έχεις υποδυθεί έως τώρα και ποιος από τους 4 ρόλους ήταν ο αγαπημένος σου;
ΦΓ: Δεν θα μπορούσα να μιλήσω για συγκεκριμένες διαφορές, καθώς για τον κάθε ρόλο με βοήθησες να δημιουργήσω έναν εντελώς μοναδικό κόσμο. Είχα την ευκαιρία να μπω από το κεφάλι ενός θύτη, ο οποίος όμως κλείνει τα μάτια στη βία μόνο και μόνο για να είναι αποδεκτός από τον κοινωνικό του περίγυρο, μέχρι σε αυτό μιας ανήλικης κοπέλας στα τέλη της δεκαετίας του ‘60, σεξουαλικά καταπιεσμένη από το οικογενειακό της περιβάλλον, όπου ανακαλύπτει ότι η σωματική ηδονή είναι δώρο, όχι αμαρτία. Ούτε για αγαπημένο θα μπορούσα να μιλήσω, ο καθένας τους μου έμαθε κάτι διαφορετικό για τον κόσμο και κάτι διαφορετικό για μένα.
ΔΠ: Νάνσυ, μετά από 5 διαδραστικές περφορμανς (οι 2 σε μορφή παράστασης) και λίγο πριν την 6η στο VAULT ποια θα έλεγες ότι ήταν η καλύτερη για σένα, με βάση τις αντιδράσεις του κοινού αλλά και το πώς τη βίωσες εσύ;
ΝΠ: Για μένα η καλύτερη ήταν η πρώτη και ας μην συμμετείχα στις αναπαραστάσεις. Για να απαντήσω στην ερώτηση όμως για εμένα η παράσταση που κάναμε για τη γιορτή της γυναίκας και η τωρινή, έτσι όπως το βιώνω μέχρι τώρα, είναι οι καλύτερες. Οι μονόλογοι γυναικών, γιατί είχα ένα πιο ελαφρύ ρόλο και διασκεδαστικό για το κοινό και ένιωσα ότι έδωσα μια δόση χαμόγελου στην όλη κατάθλιψη της παράστασης και στην τωρινή γιατί την έχω συνδέσει με κάτι πολύ δικό μου και αρπάζω την ευκαιρία μέσα από αυτό να τιμήσω κάποιον.
Δ.Π. Με βάση το «να δώσουμε φωνή σε αυτούς που τους την έκλεψαν», που «αντηχεί» μέσα στο «Τούνελ» από την πρώτη περφορμανς έως την τελευταία, εσύ Παναγιώτη υποδύεσαι τον ίδιο χαρακτήρα στις περισσότερες περφορμανς. Σε έχει αγγίξει προσωπικά αυτή η φράση και ο χαρακτήρας τον οποίο υποδύεσαι;
ΠΜ: Πιστεύω πως σε αυτήν τη ζωή δεν είμαστε μόνοι μας. Ο άνθρωπος δεν είναι αγρίμι, δεν μπορεί να ζήσει χωρίς να συνυπάρξει. Κάποιοι άνθρωποι όμως χρειάζονται περισσότερη συντροφιά, φιλία, περισσότερη αγάπη. Κάποιες φορές αν είναι τυχεροί βρίσκουν αυτή την αγάπη κάπου, κάπως. Υπάρχουν όμως και οι στιγμές που κάποιοι απλά είναι άτυχοι ή που ζούν σε πολύ κακό γι'αυτούς περιβάλλον. Και έτσι, όταν κάποιος παραμελείται, όταν κάποιος κακοποιείται και καταπιέζεται, έχει ανάγκη να ακουστεί, να μιλήσει, να παραπονέθει, ακόμα και να κλάψει. Το να χρειαζόμαστε κάποιον έστω για να μας ακούσει, είναι τελείως ανθρώπινο. Και αν μπορέσει έστω ένας από εμάς να συμπαρασταθεί σε μονό έναν που το έχει ανάγκη, αυτό θα είναι αρκετό. Μιά εικόνα ενός παιδιού που κλαίει, μιας γιαγιάς που έχει πέσει και δε τη σηκώνει κανείς, ενός ανθρώπου ανάπηρου που δεν μπορεί να ανέβει με το καροτσάκι του στο λεωφορείο ή ενός αστέγου, δεν θα έπρεπε να κάνει μόνο εμένα να προβληματίζομαι, αλλά όλους μας.
ΔΠ: Κωνσταντίνε, με ποιον από τους χαρακτήρες που θα δούμε στην παράσταση έχεις ταυτιστεί περισσότερο και ποια ιστορία/ερμηνεία ήταν αυτή που σε άγγιξε είτε ως εθελοντή ή προσωπικά;
ΚΜ: Θα μπορούσα να ταυτιστώ με αρκετές ιστορίες από αυτές που υπάρχουν μέσα στην παράσταση αλλά θα επιλέξω τον δικό σου χαρακτήρα μιας και με εκφράζει πολύ και μπορώ να πω ότι ταυτίζομαι! Ως ιστορίες είναι δύσκολο να επιλέξω κάποια αφού είναι όλες εξαίρετες και αυτό φαίνεται από τα κόκκινα μάτια που έχω μετά από κάθε πρόβα. Οι ερμηνείες τον εθελοντών από την άλλη είναι υπέροχες αλλά θα επιλέξω την Παρουσιάστρια μου, την Φανή, μιας και την θαυμάζω για τις εναλλαγές της διάθεσης της μέσα στο κείμενο, το υπέροχο υποκριτικό ταλέντο της και ότι μου δίνει ρυθμό και δύναμη ώστε να βγάλω το κομμάτι μου!
ΚΣ: Αν αυτή η παράσταση ήταν το τελευταίο Tunnel of Oppression, ποια τα συναισθήματα που θα σας άφηνε αυτή η εμπειρία και τι θα κρατούσατε εσείς απ'όλο αυτό, μετά την «έξοδό» σας από το «Τούνελ»;
ΠΜ: Προφανώς ανάμεικτα συναισθήματα, χαράς και λύπης. Χαρά και ευγνωμοσύνη για όλα αυτά που πέρασα, μοιράστηκα και έμαθα με τα παιδιά και από τα acts/σκετσάκια αλλά και από το χρόνο που περάσαμε μαζί. Επίσης συναισθήματα περηφάνιας, γιατί ήταν για μένα κάτι τελείως ανιδιοτελές αλλά και ένα μέσο να μεταδώσω κάτι από τη καρδιά μου, κάτι που ήμουν σίγουρος πως είναι για καλό σκοπό. Και όσο για τα συναισθήματα λύπης, εννοώ ότι θα μου λείψει αυτός ο χρόνος που περνούσα με όλα τα παιδιά. Αν τελείωνε το «Τούνελ», θα ένιωθα πως έχανα μία οικογένεια, αλλά ταυτόχρονα θα ήξερα πως πραγματικά, σαν έννοια, θα ήταν πάντα μαζί μου. Για τους παραπάνω λόγους λοιπόν, θα κρατούσα κάθε εμπειρία που πέρασα μαζί με τα παιδιά στο «Τούνελ». Θα συνέχιζα ξέροντας ότι έκανα κάτι που άξιζε και κάτι που με έκανε καλύτερο άνθρωπο.
ΦΓ: Σίγουρα χαρά και ευγνωμοσύνη που μου δόθηκε η ευκαιρία να υπηρετήσω έναν κοινωνικό σκοπό στον οποίο πιστεύω μέσω της τέχνης που αγαπώ αλλά νομίζω ότι πιο πολύ θα επικρατούσε η λύπη. Το «Τούνελ» είναι μια φωτιά που τώρα ξεκινά να φουντώνει, και είναι πολύ νωρίς για να σβήσει. Όσο για το τι θα κρατούσα από την έξοδό μου, μια φράση: «το μεγαλύτερο μας έγκλημα, κλειστά μάτια, δεμένες φωνές».
ΚΜ: Γλυκόπικρα συναισθήματα. Από την μια, θα στενοχωριέμαι αφού θα τελειώσει έτσι απλά το «Tούνελ» από την ζωή μου, δεν θα μπορώ να το ξανακάνω και δεν θα μπορώ να βοηθήσω κάποιους ανθρώπους που υπάρχουν εκεί έξω και νιώθουν μόνοι και αποξενωμένοι. Αν και είμαι λίγο καιρό μέσα στο «Τούνελ» έχω περάσει πολύ ωραίες στιγμές και θα μου λείψουν αυτές οι στιγμές όπως και όλα τα παιδιά ένα προς ένα γιατί μου έχουν προσφέρει κάτι διαφορετικό ο καθένας. Από την άλλη, θα ξέρω ότι όσο μπορούσα βοήθησα για να γίνει αυτός ο κόσμος λίγο καλύτερος και να μην υπάρχουν άνθρωποι που να νιώθουν μόνοι τους λόγω της καταπίεσής τους και της κακοποίησής τους. Τέλος θα είμαι χαρούμενος που έζησα και μοιράστηκα όλες αυτές τις στιγμές με τα παιδιά από το «Tούνελ» και είμαι σίγουρος ότι οι φιλίες που δημιουργήθηκαν εκεί δε θα μείνουν μόνο μες στο «Tούνελ»
ΝΠ: Είναι λίγοι οι λόγοι που θα δεχόμουν για το «τέλος» του «Tούνελ» αλλά σε μια τέτοια περίπτωση τα συναισθήματα δεν μπορούν να ειπωθούν και να αποτυπωθούν σε μια κόλλα χαρτί, αν δεν μπεις στο «Tούνελ» δεν μπορείς να ξέρεις τι περνάμε… σίγουρα ένα πιθανό κλείσιμο θα μου άφηνε ένα τεράστιο κενό σαν άνθρωπο, γιατί θα μου έπαιρναν το βήμα που μου δίνεται μέσα από το «Tούνελ» για να προσφέρω ό,τι μπορώ σε όσους το έχουν ανάγκη και απογοήτευση γιατί δε θα μπορούμε πια να δίνουμε φωνή σε όσους τους την παίρνουν.
ΚΣ: Τι διαφορετικό έχει το Tunnel που θα ξεκινήσει προσεχώς στο Vault από τα προηγούμενα στα οποία συμμετείχες; Τι διαφορετικό θα δουν τώρα όσοι είχαν την ευκαιρία να το παρακολουθήσουν στο παρελθόν;
ΠΜ: Μετά από ένα χρόνο στο «Tούνελ», από την αρχή του, μπορώ να πω ότι έχω ζήσει αρκετές πτυχές του παρ'όλα αυτά θεωρώ ότι κάθε φορά είναι και μοναδική. Το προσεχές «Tούνελ» λοιπόν, εκτός ότι συμπεριλαμβάνει καινούρια πρόσωπα, μας κάνει να αναρωτηθούμε από πού αρχίζουν όλα τα προβλήματα και η απάντηση δεν κρύβεται στις λέξεις κοινωνία, κράτος ή κατεστημένο, αλλά σε κάτι πιο βαθύ. Σε αυτή τη performance θα προσπαθήσουμε να εμβαθύνουμε στα αίτια της οποιασδήποτε καταπίεσης και διάκρισης που δέχεται κάποιος στο σχολείο, στην οικογένειά του, στο χώρο εργασίας του ή ακόμα και στο δρόμο, αλλά και διακρίσεις πού αφορούν στην τρίτη ηλικία (που δεν υπήρχε στα προηγούμενα). Ο συνδυασμός επίσης της ζωντανής μουσικής και του επαγγελματικού φωτισμού, κάνει αυτό το «Tούνελ» περισσότερο καλλιτεχικό, απτό και βιωματικό.
ΚΣ: Σκηνοθέτης της παράστασης ο Δημήτρης Πλαβούκος. Πώς βιώνεις τη συνεργασία μαζί του; Τι σου έχει αφήσει εσένα έως τώρα;
ΚΜ: Η συνεργασία με τον Δημήτρη ήταν υπέροχη και μου άφησε πάρα πολλά! Από την στιγμή που μου εμπιστεύτηκε έναν τέτοιο ρόλο ήθελα να τον αποδώσω τέλεια και να κάνω τον σκηνοθέτη μου υπερήφανο. Έτσι, του ζήτησα να κάνουμε και άλλες πρόβες και αυτός με χαρά μου είπε το «Ναι», ε από εκείνη την στιγμή δεν σταματήσαμε να κάνουμε πρόβες. Η συνεργασία μας και η ευελιξία του ήταν ιδανικά και τα πράγματα που μου έμαθε για τις δυνατότητές μου ήταν πάρα πολλά! Είμαι πολύ χαρούμενος που πίστεψε σε μένα γιατί με έκανε πολύ καλύτερο άνθρωπο! Ως Κωνσταντίνο μου έχει αφήσει πολλά εκτός από την έξοχη συνεργασία μας, είναι ένας από τους λόγους που αγαπάω το «Tούνελ». Βλέπετε είναι πολύ δύσκολο να διευθύνεις μια ομάδα 20+ εθελοντών την στιγμή που είναι όλοι συναισθηματικά φορτισμένοι! Έτσι και εμένα σε στιγμές που δεν ήμουν καλά με υποστήριξε ως σκηνοθέτης αλλά και ως φίλος. Θέλω να τον ευχαριστήσω για όλα αυτά που μου έχει προσφέρει ως εθελοντή μέσα στο «Tούνελ» αλλά και ως άνθρωπο με τα υπέροχα σενάρια που γράφει! Ελπίζω -βασικά είμαι σίγουρος- ότι η φιλία και η συνεργασία μας θα κρατήσει για πολύ καιρό!
ΠΜ: Για να γίνω απόλυτα ειλικρινής, σαν άνθρωπος εμπιστεύομαι και θαυμάζω ελάχιστους ανθρώπους. Ο Δημήτρης είναι ένας από αυτούς. Η συνεργασία μαζί του εκτός απο τέλεια, εξελίχθηκε σε μια πολύ καλή φιλία, που δύσκολα βρίσκεις στις μέρες μας. Δεν είχαμε ποτέ σοβαρά προβλήματα μεταξύ μας γιατί, αν όχι όλοι, οι περισσότεροί μας είμαστε ανιδιοτελείς χαρακτήρες έτσι είναι και ο Δημήτρης και εγώ. Η συνεργασία μας, το Tunnel, δεν είναι πλέον μία «καλλιτεχνική/εθελοντική ομάδα», για μένα, είναι κάτι παραπάνω από ομάδα, είναι οικογένεια. Αυτή η συνοχή και ομαδικότητα που έχουμε, πέρα από την παράσταση και τις πρόβες, φαίνεται και στην καθημερινότητά μας. Στις αντιδράσεις μας, στη διαχείριση καταστάσεων που πριν από το «Tούνελ» δεν μπορούσαμε να λύσουμε ή να βοηθήσουμε και στην τελική στην ιδιοσυγκρασία μας, στον εαυτό μας. Οπότε, στο «Tούνελ», δεν κάνεις απλώς φίλους, δεν κερδίζεις μία ακόμα εμπειρία, αποκτάς κάποιον που να σε ακούσει και να σε βοηθήσει στο οτιδήποτε ανιδιοτελώς.
ΚΣ: Νάνσυ, πώς είναι να συνεργάζεσαι με τον Δημήτρη και πόσο επηρεάζει η μεταξύ σας σχέση (σ.σ. αδέρφια) τη συνεργασία σας στο Τούνελ;
Είναι δύσκολο. Ο Δημήτρης είναι ένας πολύ δημιουργικός άνθρωπος και το «Tούνελ» είναι μέσα σε όλα και ο τρόπος του να εκφράζεται. Όταν λοιπόν τον πιάνει οίστρος θέλει λίγη υπομονή από μέρους μου, που πολλές φορές δεν έχω. Παρ'όλα αυτά όμως επειδή μου δίνει αυτή την τεράστια ευκαιρία να είμαι μέλος αυτού του τόσο σημαντικού έργου προσπαθώ να ανταποδώσω τη πίεση που του ασκώ καμιά φορά και το σπάσιμο νεύρων, δίνοντάς του στη σκηνή αυτό που ζητάει και νομίζω ότι έτσι μου τα συγχωρεί όλα. Ό,τι και να γίνεται πάντως, στο τέλος της ημέρας, καταλαβαινόμαστε τόσο καλά που μαζί μπορούμε να κάνουμε «τέρατα».
ΚΣ: Ο Δημήτρης Πλαβούκος συνηθίζει να λέει πως αυτή η παράσταση είναι εκείνος και πως πρόκειται για μια προσωπική οπτική. Εκμεταλλευόμενοι το γεγονός πως τον γνωρίζεις καλά θα θέλαμε να μας περιγράψεις με λίγα λόγια μερικά από τα στοιχεία που συνθέτουν την προσωπικότητα του Δημήτρη;
Δύσκολα μου βάζετε! Το εύκολο είναι να σας πω ότι η παράσταση είναι όντως εκείνος. Σε όλα βάζει ένα κομμάτι του εαυτού του και το 90% της παράστασης είναι βιωματικό με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Όσο για την προσωπικότητά του, είναι τόσο περίπλοκη που νομίζω ότι η σύνθεσή της είναι πολύ σπάνια. Και για να σας μιλήσω στη γλώσσα του κινηματογράφου που τη μιλάω λίγο καλύτερα θα έλεγα ότι έχει τη σκληράδα και το δράμα του Stanley Kowalski, την εφηβική επανάσταση και την κοινωνική αποξένωση του Jim Stark και την ιδιοφυία και χειριστικότητα του Dr. John Cukrowich. Και όπως είπε κάποτε ο Humphrey Bogart για το Marlon Brando: «Αυτός ο τύπος θα κάνει Άμλετ όταν όλοι οι υπόλοιποι θα πουλάμε πατάτες», μεταφορικά πάντα γιατί δεν έχει και ιδιαίτερη συμπάθεια στον Άμλετ…
0σχόλια
Σχολιασμός άρθρου
Άλλα άρθρα
-
Όσα ξέρει ο λαγός...
Μιλάει στην Αναστασία Πυλαρινού -
Μυθικές φιγούρες και υπαρκτά πρόσωπα ζωντανεύουν στα stencil του Ιταλού street artist Blub
Μιλάει στην Αναστασία Πυλαρινού -
Ο "Ζαμπονοκόπτης" βγάζει στη φόρα κάτι από τα άδυτα των σούπερ μάρκετ
Μιλάει στην Αναστασία Πυλαρινού -
Crisp, ο "Darth Vader" της Κολομβιανής street art
Μιλάει στην Αναστασία Πυλαρινού