Lynn Johnson
«Με τον φακό κοιτάς τις ζωές των άλλων και ταυτόχρονα βαθιά στη δική σου»
Υπάρχουν 110 εκατομμύρια ενεργά ναρκοπέδια, διάσπαρτα σε περισσότερες από 70 χώρες. Περίπου 2.000 άτομα πεθαίνουν κάθε μήνα ενώ εκτιμάται πως θα χρειαστούν 1.100 χρόνια για να απαλλαγεί ο κόσμος από τις νάρκες, δεδομένου ότι δεν θα φυτευτούν νέες*.
Η Lynn Johnson, διακεκριμένη φωτογράφος και συνεργάτης του Νational Geographic, μοιράζεται τις σοκαριστικά ωμές φωτογραφίες της και μας δίνει μια πιο σαφή εικόνα για το ποια είναι η ζωή ενός φωτογράφου.
Πώς θα περιέγραφες τον εαυτό σου;
Θα μπορούσα να χρησιμοποιήσω πολλές «ετικέτες» αλλά ουσιαστικά η πρώτη σκέψη που μου έρχεται στο μυαλό όσον αφορά στο πώς βλέπω την ταυτότητα κάποιου και κατ'επέκταση και την δική μου, οφείλεται σε μια σειρά από φίλτρα. Το πώς βλέπουμε, τι επιλέγουμε και πώς πορευόμαστε στον κόσμο. Ως φωτογράφος έχω δει το φως και το σκοτάδι της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Αναγνωρίζω τόσο τα προνόμια όσο και τους περιορισμούς του να είμαι μια ενήλικη, λευκή, Αμερικανίδα γυναίκα. Κάθε μια από αυτές τις ιδιότητες μπορεί να είναι απελευθερωτική ή περιοριστική.
Ποια ήταν τα πρώτα ερεθίσματα σχετικά με την φωτογραφία;
Το ενδιαφέρον μου ξεκίνησε όταν ήμουν ακόμη νέα. Τότε, είδα το έργο των φωτογράφων της Farm Security Administration που αφορούσε τα χρόνια της κατάθλιψης στην Αμερική. Οι εικόνες των οικογενειών που αγωνίζονται να επιβιώσουν σε ένα μεταβαλλόμενο περιβάλλον, σε ένα εύθραυστο οικονομικό και πολιτικό σκηνικό χωρίς να έχουν δίχτυ ασφαλείας, με στοίχειωσε. Δημιούργησαν μια ενστικτώδη αντίδραση στο σώμα μου και το μυαλό-μια λαχτάρα να δω τον κόσμο για τον εαυτό μου. Και πέρα από αυτό, για να δω αν και εγώ θα μπορούσα να τραβήξω μια φωτογραφία που θα μπορούσε να βοηθήσει τους άλλους να βιώσουν ότι βίωσα και εγώ όταν βρήκα στη βιβλιοθήκη του σχολείου και τυχαία είδα σε ένα βιβλίο το έργο του Dorthea Lange και Walker Evans.
Τι σε ενθουσιάζει περισσότερο στο να είσαι φωτογράφος; Γιατί επέλεξες να είσαι φωτογράφος;
Δεν είμαι απολύτως βέβαιη ότι οποιοσδήποτε από εμάς γνωρίζει τι θα επακολουθήσει όταν εκφράζουμε την επιθυμία μας να ασχοληθούμε με την φωτογραφία. Σίγουρα δεν είχα ιδέα πόσα χρόνια και ικανότητες θα έπρεπε να κατακτήσω για να αρχίσω να καταλαβαίνω την ανθρώπινη φύση. Έχοντας περάσει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής μου ως φωτογραφική ντοκιμαντερίστας, κατάλαβα ότι έχουμε επιλογές. Οι φωτογράφοι εξαρτώνται από άλλους ανθρώπους για να κάνουν την δουλειά τους. Δεν δουλεύουμε πότε μόνοι αλλά σε συνεννόηση με τον ιδιοκτήτη της ιστορίας που επιλέγει ενεργά να μοιραστεί την ζωή του. Επέλεξα την φωτογραφία γιατί πάντα είχα αυτή την ακόρεστη δίψα για να ταξιδέψω, να δω, να ακούσω, να σηκώσω τη φωτογραφική μηχανή στο ύψος των ματιών- σαν ασπίδα αλλά και σαν μικροσκόπιο. Με τον φακό κοιτάς τις ζωές των άλλων και ταυτόχρονα βαθιά στην δική σου. Είναι μια κατάσταση συνεχής εξερεύνησης και κατάπληξης.
Το έργο σου είναι κυρίως ανθρωπιστικό και όπως διαβάζω στο βιογραφικό σου, θέλεις να θέτεις δύσκολες ερωτήσεις. Ποια είναι η πρώτη σκέψη που έχεις όταν φωτογραφίζεις για τα project σου; Όπως για παράδειγμα κατά την διάρκεια των Water Warrior, όπου κορίτσια στην Κένυα, την Τανζμανία και στην Αιθιοπία περπατούν τουλάχιστον δυο ώρες για να βρουν νερό.
Είμαι έκπληκτη από το πόσο οι άνθρωποι αγωνίζονται μόνο και μόνο για να επιβιώσουν. Μερικοί έχουν πρακτικά εμπόδια και άλλοι ψυχολογικά προβλήματα που πρέπει να παλέψουν να τα αντιμετωπίσουν. Πριν γνωρίσω τα άτομα που θα φωτογραφήσω κάνω μια ενδελεχή έρευνα και διαβάζω τα πάντα γι'αυτό το θέμα από μελέτες μέχρι και ιστορίες επιστημονικής φαντασίας. Πολλές από τις γυναίκες που φωτογράφισα έπρεπε να περπατούν όχι μόνο ώρες, αλλά μέρες. Η αναζήτηση για νερό, ουσιαστικά καταλώνει όλη τους την ζωή. Εξουθενώνονται σωματικά, δεν μπορούν να πάνε στο σχολείο και οι δρόμοι είναι επικίνδυνοι καθώς έχουν καταγραφεί περιπτώσεις βιασμών. Είναι εγκλωβισμένες. Οπότε έχοντας δει τόσο δυνατές αλλά φτωχές γυναίκες, είναι δύσκολο να γυρίζεις στην γη της αφθονίας, χωρίς να είσαι θυμωμένος. Eιδικά, όταν ήμουν πιο μικρή και επέστρεφα στα αεροδρόμια, με όλο αυτό το fast food και τους προνομιούχους ταξιδιώτες, νευρίαζα. Έμαθα λοιπόν πως είναι αναγκαίο να ψάχνω την ισορροπία που απαιτείται.
Μπορείς να μας μιλήσεις για το Landmines;
Τα τελευταία χρόνια είμαι πολύ τυχερή καθώς το National Geographic μου έχει αναθέσει αρκετές ιστορίες που μου επιτρέπουν να διερευνήσω ζητήματα που έχουν βαρύ αντίτιμο στην κοινωνία και κατά κάποιο τρόπο έχουν μια νότα κοινωνικής δικαιοσύνης. Το project με τις νάρκες ξηράς στην Καμπότζη ανήκει σε αυτή την κατηγορία. Η πιο ισχυρή ανάμνηση για εμένα είναι η ιστορία ενός 14χρονου, του Gatu που τραυματίστηκε από νάρκη καθώς έβοσκε το κοπάδι του στη Μιανμάρ. Μεταφέρθηκε από τον αδελφό του έπειτα από ταξίδι ημερών κατά μήκος των συνόρων στην Ταϊλάνδη, στην κλινική Mae Sot που ειδικεύεται σε τέτοιου είδους τραύματα. Εγώ είχα ήδη φτάσει στην κλινική μια μέρα πριν μετακινηθεί ο Gatu στο τοπικό νοσοκομείο. Το κομμένο πόδι του δεν επουλωνόταν αλλά αντίθετα ανέδυε μια έντονη οσμή μόλυνσης. Και τότε δυο εκπληκτικά πράγματα συνέβησαν. Αρχικά, ένας τραυματισμένος άνδρας έφτασε στο δωμάτιο αναμονής που περίμενε για ιατρική φροντίδα ο Gatu. Ο άνδρας είχε πατήσει και εκείνος νάρκη. Το πρόσωπο του ήταν ακόμη ματωμένο και τα μάτια του πρησμένα και κλειστά. Ο Gatu τον είδε. Είδε αυτόν τον άνδρα που πιθανόν ήταν στρατιώτης άρα και εχθρός του που ήταν πιο σοβαρά χτυπημένος από εκείνον. Τότε είδα την ανακούφιση και την ευγνωμοσύνη στο πρόσωπο του παιδιού. Το σάπιο πόδι του μπορούσε να γιατρευτεί με την πάροδο του χρόνου και ένα προσθετικό μέλος αλλά η τύφλωση δεν έχει θεραπεία. Στη φωτογραφία δεν μπορείς ποτέ να ελέγξεις τον παράγοντα της εύνοιας και των τυχαίων ανακαλύψεων. Μπορούμε μόνο να περιμένουμε, να προσευχηθούμε και να αναγνωρίσουμε την κατάλληλη στιγμή. Όταν ήρθε η σειρά του Gatu και οι γιατροί φρόντισαν ότι είχε απομείνει από το πόδι του, δεν έκλαψε και δεν παραπονέθηκε καθόλου. Το ιατρικό προσωπικό δούλευε προσωπικά και με σεβασμό σαν να ήταν το δικό τους παιδί. Ακόμη και τώρα καθώς πληκτρολογώ αυτές τις λέξεις και νοητικά πηγαίνω πίσω σε εκείνη την μέρα, στην άλλη πλευρά του κόσμου, μένω κατάπληκτη από την πληθώρα συναισθημάτων που είδα και βίωσα. Πόνος, ταπεινότητα, φροντίδα και σεβασμός, όλα σε ένα μικρό ιατρείο. Τι δώρο! Ένα τόσο σπουδαίο δώρο να έχεις αυτή την στιγμή -όχι σαν φωτογραφία- αλλά σαν ανάμνηση.
Πώς επηρεάζεται η καθημερινότητά σου;
Αυτό είναι ένα εξαιρετικό ερώτημα. Τι μπορεί να προσφέρει το ντοκιμαντέρ αν δεν κάνουμε πράξη τα μαθήματα στις δικές μας ζωές ή αν δεν τα μοιραζόμαστε με άλλους; Προσωπικά, απλά είμαι πιο ενημερωμένη και έχω μεγαλύτερη επίγνωση της άνεσης και των προνομίων μου. Προσπαθώ να μην έχω τις ελευθερίες μου δεδομένες. Λόγω της φύσης των φωτογραφιών μου, νιώθω ότι πορεύομαι μέσα στις ζωές των άλλων και έτσι μου δημιουργείται μια αίσθηση ευθύνης προς σε αυτούς που θεωρούνται αουτσάιντερ. Παρά το γεγονός πως είμαι αρκετά ιδιωτικός άνθρωπος που απολαμβάνει τον χρόνο με τον εαυτό του, ανακάλυψα ότι θα βγω από την ζώνη ασφαλείας μου για να κάνω κάποιον να αισθανθεί ευπρόσδεκτος. Ο εκφοβισμός δεν είναι ποτέ αποδεκτός.
Γιατί πιστεύεις πως η εικόνα έχει τόση δύναμη;
Πιστεύω ότι η δύναμη της φωτογραφίας προέρχεται από πολλά πράγματα, αλλά στην ουσία είναι μια στιγμή που αποτυπώθηκε σε ακινησία. Ίσως ένα αντίδοτο στους γρήγορους ρυθμούς της σημερινής πραγματικότητας και των selfies.
Ποια είναι τα μελλοντικά σου σχέδια;
Έχω πολλά έργα. Κατά καιρούς απολαμβάνω την καθοδήγησή μου στους μεταπτυχιακούς μαθητές του Syracuse University. Παράλληλα, ψάχνω χρηματοδότηση για ένα project που αφορά στο πως το μαγείρεμα σε ανοιχτές φωτιές σκοτώνει περισσότερες γυναίκες και παιδιά από τον πόλεμο σε συνδυασμό με αρκετές μολυσματικές ασθένειες. Κάτι ακόμα που σκέφτομαι για το άμεσο μέλλον είναι το φαινόμενο του βιασμού στον στρατό των Η.Π.Α. Άλλωστε, πάντα υπάρχουν ιστορίες που πρέπει να ειπωθούν.
*Με στοιχεία από το New Internationalist