Καταλωνία ώρα μηδέν – Ο καταλανικός εθνικισμός


ΟΙ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΟ ΚΑΤΑΛΑΝΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ τρέχουν με ρυθμούς καταιγιστικούς. Κάθε μέρα τα γεγονότα ξεπερνούν τις προβλέψεις των αναλυτών, κάθε μέρα ένα σημειώνεται ένα καινούριο ιστορικό σημείο αναφοράς, κάθε μέρα η απόσταση ανάμεσα στη Βαρκελώνη και τη Μαδρίτη μεγαλώνει με γεωμετρική πρόοδο.
Εν συντομία: το Καταλανικό Κοινοβούλιο ανακηρύσσει (εμμέσως, πλην σαφώς;) την ανεξαρτησία της περιφέρειας, στη Βαρκελώνη εκφωνούνται μάλλον μουδιασμένοι πανηγυρικοί λόγοι, η Ισπανική Σύγκλητος εγκρίνει την εφαρμογή του άρθρου 155 του Συντάγματος βάσει του οποίου αναστέλλονται βασικές λειτουργίες της αυτόνομης περιφέρειας της Καταλωνίας, διαλύεται το καταλανικό κοινοβούλιο και η τοπική κυβέρνηση, η Μαδρίτη παίρνει στα χέρια της τη διοίκηση της καταλανικής αστυνομίας (Mossos d’Esquadra) και προκηρύσσονται περιφερειακές εκλογές για τις 21 Δεκεμβρίου. Ο Καταλανός πρόεδρος Κάρλες Πουτζδεμόν (καθαιρεθείς, για τη Μαδρίτη) ταξιδεύει στις Βρυξέλλες, συνοδεία ορισμένων μελών του (επίσης καθαιρεθέντος) κυβερνητικού σχήματος, σε μια προσπάθεια διεθνοποίησης του ζητήματος. Παραδόξως για πολλούς, τα καταλανικά κόμματα αποδέχονται την προγραμματισμένη εκλογική διαδικασία, ωστόσο οι εξελίξεις των επομένων ορών είναι ραγδαίες: Εννέα υπουργοί (consellers) της καταλανικής κυβέρνησης δέχονται δικαστική κλήτευση και μέσα σε λίγες ώρες παίρνουν τον δρόμο για τη φυλακή, ενώ ένταλμα σύλληψης εκδίδεται και για τον Κάρλες Πουτζδεμόν.
Φτάνοντας σ’ αυτό το κρίσιμο σταυροδρόμι, και σε συνέχεια της ανάλυσης της Ιστορικής Διαδρομής της Καταλωνίας που δημοσιεύσαμε την περασμένη εβδομάδα, είναι κατάλληλη στιγμή να στρέψουμε το βλέμμα προς τη δεύτερη παράμετρο που στοιχειοθετεί το καταλανικό ζήτημα και μας βοηθά να το κατανοήσουμε: τον Εθνικισμό.
ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΚΑΤΑΛΑΝΟΙ ΕΘΝΙΚΙΣΤΕΣ;
Είναι λοιπόν οι Καταλανοί εθνικιστές; Τι ρόλο παίζει αυτή η έννοια στην καθημερινή ζωή και τον δημόσιο λόγο στη Βαρκελώνη; Ας κάνουμε λοιπόν μερικές σύντομες διευκρινίσεις. Η ελληνική γλώσσα μπορεί να είναι (και είναι) ιδιαίτερα πλούσια και συνήθως ακριβής στη χρήση ορολογίας, στην περίπτωση της Καταλωνίας ωστόσο θα χρειαστεί να κρατήσουμε μια πιο ευρεία, ίσως και ελαστική, ερμηνεία των όρων. Δεν μεταφράζονται άλλωστε όλοι οι όροι με απόλυτη ακρίβεια σε όλες τις γλώσσες, έτσι δεν είναι;
Ήδη λοιπόν από τον 19ο αι. οι Καταλανοί μιλούν για «catalanisme» («καταλανισμός», ισπανικά «catalanismo»), μία έννοια που περικλείει το δίχως άλλο την έννοια του εθνικισμού όπως τη γνωρίζουμε, πηγαίνει ωστόσο και αρκετά παραπέρα. Ο «catalanista» («καταλανιστής», με την άδεια των γλωσσολόγων/φιλολόγων) δηλώνει πριν απ’ όλα και πάνω απ’ όλα Καταλανός, υπερασπίζεται το δικαίωμα να χρησιμοποιεί τη δική του γλώσσα, τα καταλανικά, σε όλες τις εκφάνσεις της ιδιωτικής και δημόσιας ζωής, δηλώνοντας παράλληλα την αδιαπραγμάτευτη προτίμησή του στη χρήση της έναντι της ισπανικής. Παράλληλα τα ιστορικά, γλωσσικά, πολιτιστικά, κοινωνικά και πολιτικά σημεία αναφοράς του πηγάζουν αποκλειστικά από την Καταλωνία, χωρίς να σχετίζεται με την Ισπανία. Αυτό σημαίνει πως η Καταλωνία θεωρείται αξιωματικά μια ξεχωριστή οντότητα από την Ισπανία, στοιχείο που σταδιακά θα οδηγήσει στην υιοθέτηση του κυριότερου χαρακτηριστικού αυτής της νοοτροπίας/ιδεολογίας: την επίτευξη της ανεξαρτητοποίησης από την έτερη οντότητα στο πλαίσιο της οποίας εξελίσσεται: την Ισπανία. Στην ευρύτερη μορφή του μάλιστα ο καταλανισμός μιλά για τις λεγόμενες «Καταλανικές Χώρες» (Països Catalans), την συνύπαρξη δηλαδή όλων των καταλανόφωνων περιοχών σε μια νέα, ξεχωριστή κρατική οντότητα: Καταλωνία, Βαλένθια, Βαλεαρίδες Νήσοι, Βόρεια Καταλωνία (τμήμα της σημερινής Γαλλίας) καθώς μια λωρίδα γης, την Franja, στα σύνροα της Καταλωνίας με την ισπανική περιφέρεια της Αραγωνίας.
Πώς λοιπόν αυτή η «ιδεολογία» έγινε μέρος του δημόσιου λόγου στην Καταλωνία; Πώς εντάχθηκε στη ρητορική πολιτικών κομμάτων όλων των κοινωνικών αποχρώσεων, πώς μετατράπηκε στον κυρίαρχο στόχο της Generalitat εν μέσω της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, και κυρίως πώς γιγαντώθηκε ώστε να εκφράζει σχεδόν το ήμισυ (εδώ οι εκτιμήσεις ποικίλλουν) του πληθυσμού αυτής της περιφέρειας;
Ο ΚΑΤΑΛΑΝΙΣΜΟΣ
Η καταλανική ταυτότητα εντοπίζεται για πρώτη φορά σχεδόν παράλληλα με τη γέννηση της καταλανικής γλώσσας, περίπου τον 10ο με 11ο αι. Είναι φυσικά νωρίς να μιλά ακόμη κανείς για «ταυτότητα» και «έθνη» με την έννοια που κατανοούμε σήμερα· θα ήταν ίσως ασφαλέστερο να μιλήσει κανείς για μια «συλλογική συνείδηση» που αρχίζει να γεννιέται και θα αποκτήσει τα χαρακτηριστικά της σε βάθος χρόνου. Θυμίζουμε πως μέχρι και τον 15ο αι. το κυρίαρχο «κράτος» στην σημερινή Καταλωνία είναι το Στέμμα της Αραγωνίας, μια οντότητα όπου οι Καταλανοί κρατούν κυρίαρχο ρόλο σε επίπεδο γλώσσας, πληθυσμιακής κατανομής, οικονομικής επιφάνειας, εμπορικής δραστηριότητας και στρατιωτικής ισχύος.
Η επικράτηση του Φίλιππου Ε’ στον Πόλεμο της Διαδοχής (1700-1714) φέρνει την κατάργηση των ιστορικών καταλανικών θεσμών (Generalitat, Corts Catalanes) και σταδιακά την απομάκρυνση της καταλανικής γλώσσας από τη δικαιοσύνη και την εκπαίδευση και την υποχρεωτική χρήση της ισπανικής.
Ο «καταλανισμός» λοιπόν, με την έννοια που σήμερα εννοούμε τον εθνικισμό, αντλεί τις ρίζες του από τα τέλη του 19ου αι. Κατά το μεγαλύτερο μέρος του 19ου αι. στην Καταλωνία υπάρχει αυτό που ο ιστορικός Τζουζέπ Μαρία Φραδέρα (Josep Maria Fradera) ονομάζει «διπλή ταυτότητα» ή «διπλός πατριωτισμός»: Από τη μια μεριά συναντά κανείς την αίσθηση του ανήκειν σε μια ιδιαίτερη κοινότητα με κοινό σημείο αναφοράς τη γλώσσα και τις παραδόσεις, καθώς και μια ευδιάκριτη νοσταλγία για τα θεσμικά όργανα του παλαιού καθεστώτος (Generalitat), και από την άλλη την αίσθηση της ένταξης και ολοκλήρωσης στο ευρύτερο έθνος, το πολιτικό έθνος, που είναι η Ισπανία. Κατά τη διάρκεια της Α’ Ισπανικής Δημοκρατίας (1873-1874) οι Καταλανοί εκφράζουν αυτή τη «διπλή ταυτότητα» ως έκφραση της βαθιά ριζωμένης κλίσης τους προς τον φεντεραλισμό. Η Α’ Δημοκρατία ωστόσο καταρρέει σχεδόν εν τη γενέσει της και μαζί της εξανεμίζεται το όνειρο της δημιουργίας ενός ομοσπονδιακού κράτους στην Ισπανία.
Εδώ εντοπίζουν πολλοί ιστορικοί και ερευνητές τον σπόρο του καταλανικού εθνικισμού ως πολιτική φιλοσοφία. Την περίοδο αυτή γεννιέται στην Καταλωνία το κίνημα της «Renaixença» (Αναγέννηση), ένα πολιτιστικό, ιστορικό και λογοτεχνικό κίνημα, εμπνευσμένο από τον ευρωπαϊκό ρομαντισμό, που θέτει ως στόχο την επανάκτηση της καταλανικής γλώσσας, των θεσμών και του πολιτισμού. Με την αποτυχία της Α’ Δημοκρατίας, η Renaixença αρχίζει να αποκτά σαφή πολιτικό χαρακτήρα, με στόχο την επίτευξη αυτοδιοίκησης στην Καταλωνία, στο πλαίσιο ενός φιλελεύθερου ισπανικού κράτους. Η Renaixença θέτει τα θεμέλια του «καταλανισμού» κυρίως μέσα από τα έργα προσωπικοτήτων όπως ο Βαλεντί Αλμιράλ (Valentí Almirall) με το βιβλίο του «Lo catalanisme» (Ο Καταλανισμός), ο Βίκτορ Μπαλανγκέρ (Victor Balanguer) με το έργο «Historia de Cataluña y de la Corona de Aragón» (Ιστορία της Καταλωνίας και του Στέμματος της Αραγωνίας), και ο Πρατ ντε λα Ρίμπα (Prat de la Riba) με την «Nacionalitat catalana» (Καταλανική εθνότητα) που εμβαθύνουν στο ιστορικό παρελθόν της περιοχής με σκοπό να καταδείξουν όχι απλά την ύπαρξη μα την ιστορική συνέχεια του καταλανικού έθνους. Το παρελθόν χρησιμοποιείται για να ερμηνεύσει και να νοηματοδοτήσει το παρόν, πιστοποιώντας την ταυτότητα και τον ρόλο της Καταλωνίας στο κοινωνικό και πολιτικό γίγνεσθαι της εποχής. Μην ξεχνάμε άλλωστε πως αυτή την εποχή ξεκινά να διατυπώνεται η έννοια του «έθνους» όπως την ορίζουμε και την κατανοούμε σήμερα.
Ειδικά στην περίπτωση της Καταλωνίας ωστόσο αρχίζει να χρησιμοποιείται ευρέως αυτό τον καιρό μία έννοια που αυτές τις μέρες χρησιμοποιείται κατά κόρον στον πολιτικό λόγο όλων των καταλανικών κομμάτων: «Seny» (Σεν), η «κοινή λογική» δηλαδή, ένα στοιχείο που θεωρείται και σήμερα ως το πλέον χαρακτηριστικό της καταλανικής ιδιοσυγκρασίας. Παράλληλα, αυτή την εποχή υιοθετείται και η «senyera» (σενιέρα), η εθνική σημαία της Καταλωνίας, ο εθνικός ύμνος (Els Segadors), γιορτάζεται για πρώτη φορά η Diada (το 1886), η εθνική εορτή της περιφέρειας, που έκτοτε θυμίζει κάθε 11 του Σεπτέμβρη την άλωση της Βαρκελώνης από τα στρατεύματα του Βουρβώνου Φίλιππου Ε’ (1714), ενώ αναγνωρίζονται ως πολιούχοι της Καταλωνίας ο Άγιος Γεώργιος (Sant Jordi) και η Παναγία του Μοντσερράτ (Mare de Déu de Montserrat).
Το 1870 ιδρύεται ένα κίνημα που μπορεί να θεωρηθεί ως η πρώτη πατριωτική εθνικιστική ένωση της περιοχής, με την ονομασία «Jove Catalunya» («Νεαρή Καταλωνία») και χαρακτήρα ανοικτά «αντι-ισπανικό». Το 1887 συντηρητικοί κύκλοι του καταλανικού εθνικισμού ιδρύουν την «Lliga de Catalunya» («Λίγκα της Καταλωνίας») και λίγο αργότερα την «Unió» («Ένωση»), ένα πολιτικό κόμμα που θα φέρει τη σημαία του καταλανικού συντηρητισμού.
Ο καταλανισμός αυτή την περίοδο περιορίζεται στους κύκλους της αστικής τάξης, την ώρα που στην εργατική τάξη επικρατούν ο σοσιαλισμός και ο αναρχισμός. Θα αρχίσει να κερδίζει περισσότερους οπαδούς μετά το 1898, όταν η Ισπανία χάνει και τις τελευταίες υπερπόντιες κτήσεις της και το κράτος εισέρχεται σε βαθιά κρίση, η ρητορική του ωστόσο δεν περιλαμβάνει (ακόμα) την ανεξαρτησία της περιφέρειας από την Ισπανία, επιδιώκοντας αντ’ αυτού μια ευρύτερη αυτονομία εντός του πλαισίου του ισπανικού κράτους, αλλά και την μεταρρύθμιση και τον εκσυγχρονισμό της ίδιας της Ισπανίας, με αφετηρία τον δυναμισμό της καταλανικής κοινωνίας.
ΟΙ ΔΙΚΤΑΤΟΡΙΕΣ
Το σκηνικό της απαγόρευσης της γλώσσας θα επαναληφθεί πολλές φορές στην Καταλωνία. Μετά τα διατάγματα του Φίλιππου Ε’ (Decretos de Nueva Planta) και τον «νόμο Μογιάνο» (Ley de Instrucción Pública) το 1854, έρχεται και η δικτατορία του Μιγκέλ Πρίμο ντε Ριβέρα το 1923 για να θέσει ξανά εκτός νόμου τη χρήση της γλώσσας αλλά και την καταλανική σημαία στη δημόσια ζωή. Αυτό που καταφέρνει είναι τονώσει το δημοκρατικό αίσθημα των Καταλανών και να αυξήσει τη δημοτικότητα του καταλανισμού, ειδικά του πιο ριζοσπαστικού του άξονα, εις βάρος μάλιστα της πιο συντηρητικής πτέρυγας. Καθόλη τη διάρκεια της δικτατορίας αυτής (προάγγελος της 40χρονης δικτατορίας του Φράνκο), η Καταλωνία αποτελεί σταθερή εστία αντίστασης στον Πρίμο ντε Ριβέρα, με ηγέτη τον Φρανσέσκ Μασιά.
Λίγο μετά την πτώση του Ριβέρα (1930) ο Μασιά ιδρύει την Esquerra Republicana de Catalunya [ERC, Δημοκρατική Αριστερά της Καταλωνίας - είναι το πολιτικό κόμμα στο οποίο ανήκει σήμερα ο αντιπρόεδρος της (παυθείσας) καταλανικής κυβέρνησης Ουριόλ Ζουνκέρας (Oriol Junqueras)]. Στον όρο «Republicana», που στα ελληνικά μεταφράζουμε (ενίοτε ατελώς) ως απλά «δημοκρατική», συμπεριλαμβάνεται ξεκάθαρα ο φεντεραλιστικός χαρακτήρας του κόμματος, που από την Μεταπολίτευση και έπειτα θα παίξει σημαίνοντα ρόλο στην πολιτική σκηνή της Καταλωνίας. Αξίζει να θυμάσαι πως είναι το κόμμα που παράλληλα με την αριστερή ιδεολογία (Esquerra) αυτοπροσδιορίζεται ως «catalanista» και τάσσεται υπέρ μιας ανεξάρτητης Καταλωνίας. Είναι το πρώτο κόμμα που θα ενώσει τους κόλπους του ένα μεγάλο κομμάτι του εργατικού κόσμου, και το 1931 θα κερδίσει με θεαματικό τρόπο τις δημοτικές εκλογές στην Καταλωνία.
Το όνειρο της Β’ Ισπανικής Δημοκρατίας (1931-1936) γκρεμίζεται βίαια από τον στρατηγό Φρανθίσκο Φράνκο που το 1939, ως νικητής του Ισπανικού Εμφυλίου (1936-1939) εγκαθιδρύει δικτατορία που δεν θα πέσει παρά μόνο όταν… πέσει και ο ίδιος, 35 χρόνια αργότερα. Ο Φράνκο θα κυβερνήσει την Ισπανία με σιδηρά πυγμή, ανοίγοντας στην ισπανική κοινωνία πληγές που παραμένουν έως σήμερα ανοιχτές, όπως και το χάσμα ανάμεσα σε νικητές και ηττημένους. Η μοίρα της Καταλωνίας είναι ιδιαίτερα σκληρή: καταργείται ξανά το Καθεστώς Αυτονομίας (που είχε εγκριθεί επί Β’ Δημοκρατίας το 1931) όπως και η Generalitat, ενώ η χρήση της γλώσσας όχι απλά απαγορεύεται αλλά διώκεται βίαια. Αλλάζουν μέχρι και τοπωνύμια προς το… ισπανικότερο, έστω κι αν οι γλωσσικές ομοιότητες είναι πασιφανείς: η Vilanova i la Geltrú γίνεται Villanueva y la Geltrú, η κωμόπολη Les Borgues Blanques γίνεται Las Borjas Blancas και ούτω καθεξής… Το ρεύμα του καταλανισμού στα χρόνια του Φράνκο δεν χάνεται, ο φόβος του εκτελεστικού αποσπάσματος ωστόσο τον κρατάει στο περιθώριο και την παρανομία.
Η ΣΤΡΟΦΗ ΤΟΥ 21ου ΑΙΩΝΑ
Ο Φράνκο πεθαίνει το 1974, και το διάδοχο σχήμα με τον βασιλιά Χουάν Κάρλος επαναφέρει (μετά από έντονο παρασκήνιο) στη χώρα τη συνταγματική μοναρχία και το 1978 ψηφίζεται το νυν ισπανικό Σύνταγμα. Έχει ενδιαφέρον να αναζητήσει κανείς τη συμμετοχή των τότε Καταλανών βουλευτών στη Συντακτική Συνέλευση, κανείς εκ των οποίων δεν υπερασπίστηκε ή έθεσε θέμα ανεξαρτησίας της Καταλωνίας. Η εποχή των αυτόνομων περιφερειών που ανοίγει με την αυγή των ’80 στην Ισπανία σφραγίζεται από την ηγεμονία στην Καταλωνία του κόμματος Σύγκλιση και Ένωση (Convergència i Unió, CiU), ένα συνασπισμό δυνάμεων κεντροδεξιάς τοποθέτησης υπό την ηγεσία του Τζόρντι Πουζόλ (Jordi Pujol). Αυτά τα χρόνια, ο Πουζόλ ακολουθεί μια πολιτική που χαρακτηρίστηκε ως «peix al cove», κάτι σαν το δικό μας «κάλλιο πέντε και στο χέρι», που πρακτικά μεταφράζεται μια τακτική «πολιτικής του εφικτού». Την εποχή αυτή το κίνημα υπέρ της απόσχισης από την Ισπανία (independentisme/independentismo) εξακολουθεί να υφίσταται, δεν συγκεντρώνει ωστόσο πάνω από 15 με 17%. Το 2002 ο μετέπειτα Καταλανός πρόεδρος Αρτούρ Μας (Artur Mas) δηλώνει: «Η ανεξαρτησία είναι μια έννοια σκουριασμένη και παλιομοδίτικη· τάσσομαι υπέρ μιας πολυεθνικής Ισπανίας». Μέχρι μάλιστα το 2000 το κόμμα του Πουζόλ στηρίζει την κυβέρνηση του Χοσέ Μαρία Αθνάρ, του Λαϊκού Κόμματος (Partido Popular, PP), στη βάση της περίφημης «συμφωνίας Majestic» που υπογράφεται το 1996 στο ομώνυμο ξενοδοχείο της Βαρκελώνης.
Τα πράγματα αλλάζουν άρδην στις αρχές της νέας χιλιετίας. Το 2000 ο Αθνάρ κερδίζει τις εθνικές εκλογές με απόλυτη πλειοψηφία, και η στήριξη των Καταλανών δεν του είναι πια απαραίτητη. Το Λαϊκό Κόμμα έχει τώρα την ευκαιρία να υλοποιήσει μια στροφή στην πολιτική του προωθώντας πιο ανοιχτά πλέον μια πιο συγκεντρωτική ερμηνεία του μοντέλου των αυτόνομων περιφερειών. Από την άλλη μεριά, μετά από 23 ολόκληρα χρόνια το CiU χάνει τις εκλογές του 2003 στην Καταλωνία και στην εξουσία ανεβαίνουν για πρώτη φορά οι σοσιαλιστές (Partit Socialista de Catalunya) του Πασκουάλ Μαραγκάλ (Pasqual Maragall). Το τριμερές κυβερνητικό σχήμα υπό τον Μαραγκάλ ξεκινά μια διαδικασία μεταρρύθμισης του Καταστατικού Αυτονομίας (Estatut d’Autonomía) της Καταλωνίας, προς αντικατάσταση του ισχύοντος Estatut του 1979. Πολλοί ερμηνεύουν αυτή την πρωτοβουλία ως μια προσπάθεια γενικότερης μεταρρύθμισης της Ισπανίας προς ένα περισσότερο ομοσπονδιακό μοντέλο. Το νέο Estatut εγκρίνεται από τους Καταλανούς το 2006 μέσω δημοψηφίσματος (σε μια τροποποιημένη μορφή του αρχικού κειμένου) και εδώ ξεκινούν τα προβλήματα.
Ο πρωθυπουργός Θαπατέρο υπόσχεται δημοσίως να στηρίξει το Estatut που θα εγκρίνει ο λαός της Καταλωνίας, ωστόσο λογαριάζει χωρίς τους ξενοδόχους της αντιπολίτευσης. Το ισπανικό κοινοβούλιο το εγκρίνει, ωστόσο το Λαϊκό Κόμμα (PP) και η Δημοκρατική Αριστερά της Καταλωνίας (ERC) ψηφίζουν κατά του αναθεωρημένου Estatut· οι μεν διότι το βρίσκουν «υπερβολικά εθνικιστικού», οι δε ως «ανεπαρκές». Σε αυτό το χρονικό σημείο, το 2006, εντοπίζουν πολλοί το σημείο «λίγο πριν το μηδέν» για την αντίστροφη μέτρηση της ραγδαίας αύξησης του ρεύματος υπέρ της απόσχισης στην Καταλωνία.
Το Λαϊκό Κόμμα του Μαριάνο Ραχόι ξεκινά μια άνευ προηγούμενου καμπάνια εναντίον του νέου Estatut της Καταλωνίας, υποβάλλοντας εντέλει προσφυγή στο Συνταγματικό Δικαστήριο (Tribunal Constitucional) της Ισπανίας. Η βάση της διαφωνίας είναι 114 άρθρα και παράγραφοι του Estatut, τα πλέον σημαντικά ωστόσο είναι δύο: ο ορισμός της Καταλωνίας ως «έθνος» και η θεσμική κατοχύρωση της καταλανικής γλώσσας ως προτιμητέας απέναντι στην (ισότιμη νομικά) ισπανική γλώσσα στη δημόσια διοίκηση και την εκπαίδευση.
Η εκστρατεία του PP εναντίον του Estatut θεωρείται πως υπήρξε βασική καύσιμη ύλη για την αύξηση του εθνικισμού στην Καταλωνία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, αν και όχι το μοναδικό, υπήρξε η διαφημιστική καμπάνια εναντίον της χρήσης της καταλανικής γλώσσας ως προτιμητέα στα σχολεία πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης στην Καταλωνία.
Ακούστε ΕΔΩ ηχητικά αποσπάσματα από την καμπάνια του PP εναντίον της καταλανικής γλώσσας.
ΤΟ ΣΗΜΕΙΟ ΜΗΔΕΝ
Το 2009 φιλοξενείται στη Βαλένθια ο τελικός του ποδοσφαιρικού Κυπέλλου Ισπανίας του 2009, ανάμεσα στην Μπαρτσελόνα και την Αθλέτικ Μπιλμπάο: το γήπεδο Μεστάγια σείεται από τις συντονισμένες αποδοκιμασίες Καταλανών και Βάσκων κατά τη διάρκεια της ανάκρουσης του ισπανικού εθνικού ύμνου, γεγονός που ερμηνεύεται ως ευθεία αμφισβήτηση του «ανήκειν» των δύο λαών στο ισπανικό σύνολο.
Το Συνταγματικό Δικαστήριο αργεί 4 ολόκληρα χρόνια για να εκδώσει την ετυμηγορία του. Το κάνει τον Ιούνιο 2010 και η απόφασή του θα ορίσει το σημείο μηδέν της όλης υπόθεσης: 14 άρθρα του Estatut καταργούνται ως αντισυνταγματικά, ανάμεσά τους και η αναφορά στην Καταλωνία ως «έθνος».
ΔΙΕΥΚΡΙΝΙΣΗ: το ισχύον Ισπανικό Σύνταγμα του 1978 αναγνωρίζει ένα και μόνο έθνος στη χώρα, το ισπανικό έθνος, που συμπεριλαμβάνει στους κόλπους του διάφορες εθνικότητες (nacionalidades), όπως την Καταλωνία, τη Χώρα των Βάσκων, και τη Γαλικία. Η διάκριση ωστόσο ανάμεσα στους όρους «έθνος» και «εθνικότητα» (nación – nacionalidad) δεν είναι ιδιαίτερα ευδιάκριτη· μέχρι και ο Θαπατέρο θα ζητήσει τη νομική διευκρίνιση του όρου.
Ο τότε Καταλανός πρόεδρος, ο σοσιαλιστής Χοσέ Μοντίλια (Jose Montilla) προφητεύει πως η απορριπτική απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου ενδέχεται να δημιουργήσει ή να ευνοήσει ένα κλίμα «απογοήτευσης και απομάκρυνσης της Καταλωνίας από την Ισπανία». Στις 10 Ιουλίου του 2010 400.000 Καταλανοί (κατά άλλες εκτιμήσεις ξεπέρασαν το εκατομμύριο) διαδηλώνουν στη Βαρκελώνη υπό το σύνθημα «Som una nació, nosaltres decidim» (Είμαστε ένα έθνος, εμείς αποφασίζουμε). Η εφημερίδα El País σημειώνει πως «πρόκειται για τη μεγαλύτερη διαδήλωση στην δημοκρατική ιστορία της Καταλωνίας», προσθέτοντας λίγο παρακάτω πως «έρχεται να επιβεβαιώσει το γεγονός πως τα τέσσερα χρόνια διεργασιών του Συνταγματικού Δικαστηρίου πάνω στο Estatut λειτούργησαν ως ένα πραγματικό εργοστάσιο παραγωγής υποστηρικτών της απόσχισης». Αξίζει να σημειωθεί πως εκείνη η διαδήλωση διοργανώθηκε από την πολιτικο-κοινωνική οργάνωση Òmnium Cultural, ο ηγέτης της οποίας Τζόρντι Κουσάρ (Jordi Cuixart) βρίσκεται αυτή τη στιγμή στις ισπανικές φυλακές.
Για δύο ακόμα χρόνια ωστόσο, το 2011 και το 2012, το κίνημα υπέρ της απόσχισης παραμένει σε ρηχά νερά. Η παραδοσιακή διαδήλωση της 11ης Σεπτεμβρίου, την ημέρα της Εθνικής Εορτής της Καταλωνίας (Diada) που διαχρονικά παίρνει σαφές χρώμα υπέρ της ανεξάρτητης Καταλωνίας, δεν συγκεντρώνει πάνω από μερικές χιλιάδες διαδηλωτών. Τη διετία 2009-2011 ωστόσο πραγματοποιούνται σε αρκετούς δήμους και κοινότητες της Καταλωνίας τοπικά δημοψηφίσματα με το ερώτημα «ναι ή όχι» στην ανεξαρτητοποίηση της περιφέρειας από την Ισπανία, όπου το Ναι στην απόσχιση σημειώνει σαρωτικά ποσοστά. Οι ψηφοφορίες φυσικά είναι καθαρά συμβολικές και η υπόλοιπη Ισπανία τα αντιμετωπίζει στην καλύτερη περίπτωση με αδιαφορία, στην δε χειρότερη τα αγνοεί παντελώς.
Η «έκρηξη» θα έρθει το 2012: το CiU έχει επανέλθει στην εξουσία, με κυρίαρχο άξονα της ατζέντας του την διαπραγμάτευση ενός νέου μοντέλου χρηματοδότησης της περιφέρειας. Όπως ο αφέτης δίνει την πιστολιά για την έναρξη της κούρσας στον στίβο, έτσι και η Diada αυτής της χρονιάς θέτει το πριν και το μετά στην αλματώδη άνοδο του καταλανικού εθνικισμού και οριοθετεί την έναρξη του περίφημου «procés», την διαδικασία δηλαδή για τη δημιουργία ενός ανεξάρτητου καταλανικού κράτους. Η διοργάνωση της διαδήλωσης στην Diada γίνεται από τη νεοσυσταθείσα οργάνωση «Καταλανική Εθνοσυνέλευση» (Assamblea Nacional Catalana, ANC, ο ηγέτης της οποίας Τζόρντι Σάντσες βρίσκεται επίσης αυτή τη στιγμή στη φυλακή) υπό το σύνθημα «Catalunya, nou Estat d’Europa» (Καταλωνία, το νέο ευρωπαϊκό κράτος). Εφεξής, ο χαρακτήρας της διαδήλωσης της 11ης Σεπτεμβρίου θα έχει ξεκάθαρο μήνυμα: την ανεξαρτησία της Καταλωνίας.
Μία εβδομάδα μετά, ο Καταλανός πρόεδρος Αρτούρ Μας συναντάται στη Μαδρίτη με τον Ισπανό πρωθυπουργό Μαριάνο Ραχόι. Το διακύβευμα αυτή τη στιγμή είναι μια νέα, επωφελής για την Καταλωνία οικονομική συμφωνία, με απλά λόγια περισσότερα χρήματα για τους Καταλανούς από τον κρατικό προϋπολογισμό. Ο Ραχόι αρνείται: η Ισπανία μόλις έχει δεχθεί ένα δάνειο 100 δισεκατομμυρίων ευρώ από την Τρόικα και η οικονομική συγκυρία δεν είναι η πλέον ευνοϊκή. Ο Μας γυρίζει στη Βαρκελώνη με άδεια χέρια και προκηρύσσει νέες εκλογές για το Νοέμβριο του 2012.
Οι αναλυτές εκτιμούν πως στόχος του Μας είναι να κεφαλαιοποιήσει τη δυσαρέσκεια των Καταλανών προς τη Μαδρίτη, μετά την αποτυχία συμφωνίας, και να αποκτήσει την απόλυτη πλειοψηφία στο Parlament (το Καταλανικό Κοινοβούλιο). Είναι ωστόσο η χρονική συγκυρία κατά την οποία το κυβερνών CiU αλλάζει ξεκάθαρα πολιτικό προσανατολισμό: το κόμμα πάντα υπερασπιζόταν την ολοένα και μεγαλύτερη αυτονομία της Καταλωνίας, τώρα ωστόσο τάσσεται για πρώτη φορά ανοικτά υπέρ της απόσχισης από την Ισπανία. Το προεκλογικό του πρόγραμμα για τις εκλογές του φθινοπώρου 2012 μιλά ρητά για δημιουργία «κρατικών δομών» στην Καταλωνία («estructures d’Estat») και για «παράπονα» από το κεντρικό κράτος, που με απλά λόγια μεταφράζονται δημοσίως με τη φράση «δημοσιονομική λεηλασία». Είναι η πρώτη φορά που το CiU προβάλλει ξεκάθαρα το θέμα της «δημοσιονομικής εκμετάλλευσης» και της εξόφθαλμης ανισότητας ανάμεσα στη συνεισφορά της Καταλωνίας στον κρατικό προϋπολογισμό και τους πόρους που λαμβάνει πίσω ως κρατική χρηματοδότηση. Το φθινόπωρο του 2012 η στήριξη στην ανεξαρτησία αγγίζει ποσοστά του 40%.
Παρόλ’ αυτά, ο Μας δεν θα πάρει το εκλογικό αποτέλεσμα που ψάχνει. Το CiU είναι πρώτο κόμμα, θα χάσει ωστόσο 12 βουλευτές, και για να σχηματίσει κυβέρνηση θα πρέπει να συνεργαστεί με τη Δημοκρατική Αριστερά (ERC). Από τη στιγμή αυτή οι εξελίξεις επιταχύνουν. Η κυβέρνηση του Μαριάνο Ραχόι αρνείται να συμμετέχει στον παραμικρό διάλογο με τη Βαρκελώνη όσο το θέμα «ανεξαρτησία» αποτελεί το κύριο μέλημα της Generalitat. Ο Μας προκηρύσσει δημοψήφισμα για τις 9 Νοεμβρίου 2014, όμως η Μαδρίτη απαγορεύει τη διεξαγωγή του ως αντισυνταγματική, και εν αντιθέσει με ό,τι έγινε την περασμένη 1η Οκτωβρίου, το δημοψήφισμα πραγματοποιείται ως μια απλή συμμετοχική διαδικασία και μια συμβολική «διαβούλευση» (consulta) χωρίς καμία νομική ισχύ ή θεσμική δέσμευση. Ωστόσο, το Ναι σαρώνει me 90,83%.
Ο Ραχόι και το Λαϊκό Κόμμα εξακολουθούν να μην συζητούν κανένα ενδεχόμενο αυξημένης χρηματοδότησης της Καταλωνίας ή μεγαλύτερης αυτονομίας, πόσο μάλλον το ενδεχόμενο ανεξαρτητοποίησης. Οι πολιτικές εξελίξεις ωστόσο έχουν πάρει τον δρόμο τους. Βασιζόμενοι εν πολλοίς στην άκαμπτη, αρνητική στάση του PP και σε μια οικονομική προσέγγιση που προβάλλει την απομύζηση των καταλανικών πόρων προς όφελος άλλων περιοχών της Ισπανίας και όχι της ίδιας της Καταλωνίας, το ρεύμα υπέρ της απόσχισης ολοένα ενισχύεται. Προσωπικότητες από τον πολιτικό, τον οικονομικό ή τον καλλιτεχνικό χώρο της Καταλωνίας εκφράζονται δημόσια υπέρ της ανεξαρτητοποίησης. Εν μέσω παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, το διακύβευμα της επίτευξης ανεξαρτησίας υποσκιάζει κάθε άλλη προτεραιότητα.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Τελειώνοντας λοιπόν, και αναζητώντας μια απάντηση στο αρχικό μας ερώτημα, στο πώς ο καταλανικός εθνικισμός μετενσαρκώθηκε από ένα περιθωριακό ρεύμα σε κυρίαρχο πολιτικό δόγμα, φτάνει κανείς στο σημείο να διαπιστώσει πως στο ζήτημα αλληλοεπικαλύπτονται πολλοί και διαφορετικοί παράγοντες. Η ετυμηγορία του Συνταγματικού Δικαστηρίου το 2010 για την απόρριψη του αναθεωρημένου Καθεστώτος Αυτονομίας της Καταλωνίας και η βαθιά οικονομική κρίση έχουν παίξει κομβικό ρόλο. Πέρα από τις προφανείς τους συνέπειες, κατέδειξαν μια βαθιά κρίση στο πολιτικό σύστημα της Ισπανίας, απότοκο της ισπανικής μεταπολίτευσης, μια κρίση τόσο κοινωνική όσο και οικονομική, που μέσα σε ένα διάστημα ελάχιστων ετών, από το 2010 μέχρι σήμερα, μετατράπηκε σε πολιτική, θεσμική και εδαφική. Το τέλος του δικομματισμού (Λαϊκό Κόμμα-Σοσιαλιστές) με την εμφάνιση στο πολιτικό σκηνικό δυνάμεων όπως οι Podemos και οι Ciudadanos, είναι επίσης δείγματα αυτής της κρίσης, στην οποία το καταλανικό κίνημα της ανεξαρτησίας αντιπροσωπεύει την εδαφική της πτυχή.
Κι αυτή η διαπίστωση ωστόσο δεν αρκεί για να εξηγήσει το γιατί ένα 40% έως και 50% της καταλανικής κοινωνίας τάσσεται υπέρ της ανεξαρτητοποίησης από την Ισπανία. Ίσως χρειάζεται να αναλογιστεί κανείς ακόμα κάτι. Μέσα στο πλαίσιο αυτής της πολυεπίπεδης κρίσης, το ζήτημα της ανεξαρτησίας και επομένως της γιγάντωσης του εθνικισμού, έχει μετατραπεί στην Καταλωνία ως μια «πανάκεια», ως η λύση στα πάσης φύσεως προβλήματα της περιφέρειας, πολλά από τα οποία αποδίδονται ευθέως στη σχέση της με την υπόλοιπη Ισπανία. Αυτό η παραδοχή έχει λειτουργήσει ως καταλύτης που έχει επιτρέψει τη σύμπραξη όλων των πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων, από την νεοφιλελεύθερη δεξιά έως την αντικαπιταλιστική αριστερά, και τη συνύπαρξή τους σε ένα συμπαγές κίνημα. Από το αν αυτό το κίνημα καταφέρει να πάρει με το μέρος του ένα μέρος μεγαλύτερο από το 50% του λαού της περιοχής θα εξαρτηθεί εν πολλοίς και η Καταλωνία θα συγκροτηθεί ως ξεχωριστή πολιτική οντότητα στο εγγύς μέλλον.
0σχόλια
Σχολιασμός άρθρου
Άλλα άρθρα
-
Γιατί εξαφανίζονται τόσα κορίτσια;
Γράφει η Αναστασία Πυλαρινού -
Ένα έτος Τζουμάντζι...
Γράφει η Αναστασία Πυλαρινού -
Η επάνοδος ( ; ) του ΙSIS
Γράφει η Αναστασία Πυλαρινού -
Το νούμερο 24
Γράφει η Αναστασία Πυλαρινού