Η Αθήνα που περνάει απαρατήρητη (Α΄ μέρος)
«Το κάθε τι μπορεί να σου αποκαλύψει τα μυστικά του, αν το αγαπάς πραγματικά». Οι σύγχρονοι, φρενήρεις ρυθμοί της καθημερινότητας στερούν από τον Αθηναίο τον απαραίτητο χρόνο και την διάθεση για μια πιο ενδελεχή εξερεύνηση της πόλης του.
Η Αθήνα, ως γνήσιο παραμελημένο παιδί, προβάλλει με ιδιάζουσα ευκολία το βρώμικο πρόσωπο της, το πασαλειμμένο με παρακμή, αποξένωση και εξαθλίωση, φυλάσσοντας τεχνηέντως την μυστική της πλευρά, για εκείνους που έχουν την ικανότητα να επιβραδύνουν μέσα στη φρενίτιδα της ημέρας τους το αγχώδες περπάτημα τους.
Τοποθεσία: Ακαδημίας 58Α
Ανάμεσα στις οδούς Ιπποκράτους και Χαριλάου Τρικούπη, δίπλα στον Δικηγορικό Σύλλογο, καμουφλαρισμένη αλλά καθόλου απρόσωπη, υψώνεται η πιο μικρή σε πλάτος πολυκατοικία στη χώρα (3-4 μέτρα). Είναι σχεδόν σίγουρο πως στη συγκεκριμένη περιοχή, περισσότερα βλέμματα αποσπά το θαμπό, ψηλομύτικο κτίριο του δικηγορικού Συλλόγου, παρά το προαναφερθέν οίκημα. Προέκταση του νεοκλασικού κτιρίου του αριθμού 8 της οδού Μαυρομιχάλη, υπήρξε κατοικία του περιώνυμου Γερμανού αρχιτέκτονα Ερνέστου Τσίλερ. Το 1923, μετά τον θάνατο του Τσίλερ, ο τραπεζίτης Διονύσιος Λοβέρδος αγόρασε το εν λόγω κτίριο, ενώ κάποια χρόνια αργότερα, μετατράπηκε σε μουσείο, το οποίο στέγαζε μεγάλη συλλογή βυζαντινών έργων τέχνης. Το 1979, η οικογένεια παραχώρησε το διώροφο οίκημα στο Βυζαντινό μουσείο, ενώ η συλλογή μεταφέρθηκε σε άλλο χώρο, αφήνοντας το εσωτερικό του κτιρίου άδειο. Από εκεί και ύστερα, η κυρίως οικία της οδού Μαυρομιχάλη χρησιμοποιήθηκε για κάποιο διάστημα ως βεστιάριο, για τις ανάγκες της Εθνικής Λυρικής σκηνής, ενώ οι διάδρομοι της σφραγίστηκαν με τούβλα. Το μικρό αυτό κτίριο με την ιδιαίτερη αρχιτεκτονική και τη μικρή σιδερένια πόρτα, έχει εγείρει γύρω από την ύπαρξή του ισχυρή παραφιλολογία προερχόμενη από τους λάτρεις του είδους, όπως ότι η είσοδος του οδηγεί σε υπόγειες στοές ή ότι είχε χρησιμοποιηθεί για να στεγάσει σατανιστικές τελετές [λόγος που οδήγησε στην αποκαθήλωση του σιδερένιου δράκου (ο δράκος είναι ο προστάτης των θησαυρών) που κοσμούσε το υπέρθυρο]. Σήμερα, πλήρως αφομοιωμένο από το σύγχρονο αστικό τσιμέντο, παραμένει κλειστό για τους επισκέπτες.
Τοποθεσία: Άγιος Ιωάννης της Κολώνας
Στον αριθμό 70 της οδού Ευριπίδου, μέσα σε μια μικρή αυλή, μπορεί να επισκεφτεί κανείς το μικρό εκκλησάκι του Αγίου Ιωάννη της Κολώνας. Ο ναός (ο οποίος πρόκειται για μονόκλιτη βασιλική), είναι χτισμένος πάνω σε παλαιότερο ναό του Ασκληπιού και γύρω από έναν κορινθιακό κίονα (από τον οποίο πήρε και το όνομά του) και ο οποίος αποτελούσε τμήμα προγενέστερου μνημείου. Ο κίονας αναδύεται μέσα από τη στέγη της εκκλησίας, από την οποία και εξέχει. Η εκκλησία αυτή είναι αφιερωμένη στον Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο, για τον οποίο οι πιστοί πίστευαν πως έχει θαυματουργική δράση και πιο συγκεκριμένα, ότι τελούσε θαύματα σχετικά με την ίαση από τον πυρετό. Όμοια, το ιερό του Ασκληπιού που βρισκόταν προγενέστερα στη συγκεκριμένη τοποθεσία, ειδικευόταν στην αντιμετώπιση του υψηλού πυρετού. Χρόνια πριν, εκατοντάδες νήματα και κλωστές ήταν δεμένα στον κίονα του ναού, από πιστούς οι οποίοι ήλπιζαν στην ίαση κάποιας ασθένειας.
Τοποθεσία: Μουσείο Εγκλημάτων
Στην οδό Μικράς Ασίας 75, κοντά στο Πανεπιστήμιο, στεγάζεται και λειτουργεί το Εγκληματολογικό Μουσείο, το οποίο ανήκει στην Ιατρική Σχολή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Ο γενικότερος και κυρίοτερος σκοπός του μουσείου, είναι η καταγραφή της ιστορίας του Εγκλήματος. Στο εσωτερικό του φιλοξενούνται και εκτίθενται πάνω από 1500 μέσα και πειστήρια εγκλήματος από τον 19ο και 20ο αιώνα, τα οποία είχαν χρησιμοποιηθεί κατά το παρελθόν για την τέλεση ποινικά κολάσιμων πράξεων. Στα εκθέματα περιλαμβάνονται αντικείμενα όπως όπλα, θηλιές, επιστολές ψυχικά διαταραγμένων ασθενών, πλαστά χαρτονομίσματα ή ακόμα και σύνεργα μαγικών τελετών.
Τοποθεσία: Πολεμικό Κοιμητήριο Φαλήρου (Phaleron War Cemetery)
Στη πολυσύχναστη Λεωφόρο Ποσειδώνος με κατεύθυνση τον Πειραιά, στο ύψος του Παλαιού Φαλήρου, θα συναντήσει κανείς το Συμμαχικό Νεκροταφείο. Πρόκειται για μια μεγάλη, πράσινη έκταση μέσα στην οποία εντοπίζεται ο χώρος ανάπαυσης χιλιάδων στρατιωτών των συμμαχικών δυνάμεων, οι οποίοι σκοτώθηκαν σε ελληνικό έδαφος, ενώ μάχονταν τις δυνάμεις του Άξονα κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Στο πιο ψηλό σημείο του νεκροταφείου, δεσπόζει επιβλητικός ο Σταυρός της Θυσίας, ένα σταυροειδές μνημείο, στην κορυφή του οποίου εξέχει ανάγλυφο ένα μεγάλο μπρούτζινο σπαθί, με την αιχμή του στραμμένη προς το έδαφος. Ο Σταυρός της Θυσίας αποτελεί έμβλημα σχεδόν για κάθε συμμαχικό νεκροταφείο σε ολόκληρο τον κόσμο και αντιπροσωπεύει την διττή φύση του συγκεκριμένου χώρου, την πολεμική και την στρατιωτική.
Τοποθεσία: Αρχηγείο της Γκεστάπο
Στον αριθμό 4 της οδού Κοραή, στην καρδιά του αθηναϊκού κέντρου, προβάλλει διακριτικά η πινακίδα «Χώρος Ιστορικής Μνήμης 1941-1944». Τον συγκεκριμένο χώρο τον είχε επιτάξει κατά την διάρκεια της κατοχής η Γερμανική Διοίκηση, ενώ το υπόγειο του είχε μετατραπεί σε κρατητήρια, σε χώρο βασανιστηρίων και φυλάκισης για πολλούς τότε Έλληνες. Στους τοίχους του εν λόγω υπογείου, δεσπόζουν τα χαραγμένα μηνύματα των κρατουμένων, τα οποία διασώζονται μέχρι και σήμερα.
Τοποθεσία: Μουσείο Αφής
Στην περιοχή της Καλλιθέας, στην οδό Δοϊράνης 198, ιδρύθηκε και στεγάζεται από το 1984 το περίφημο Μουσείο Αφής, το οποίο φιλοξενεί ακριβή αντίγραφα από κάποια από τα πιο σημαντικά εκθέματα της ελληνικής πολιτιστικής κληρονομιάς, προερχόμενα από την Κυκλαδική, Μινωική, Γεωμετρική, Αρχαϊκή, Κλασική Ελληνιστική, Ρωμαϊκή καθώς και την Βυζαντινή περίοδο. Το συγκεκριμένο μουσείο, συνιστά πρωτοβουλία που ανήκει στον «Φάρο Τυφλών της Ελλάδος», προκειμένου τα άτομα με προβλήματα όρασης να μπορέσουν να έρθουν σε άμεση επαφή με αυτό το κομμάτι του πολιτισμού. Αποτελεί ένα από τα πέντε μουσεία του είδους στον κόσμο, μουσείο δηλαδή όπου οι επισκέπτες επιτρέπεται να αγγίζουν τα διάφορα εκθέματα, καταλύοντας την συνηθισμένη απαγόρευση «παρακαλώ μην αγγίζετε».
Η Αθήνα μιλάει. Μιλάει με σημεία που περνούν απαρατήρητα από τον πολυάσχολο κάτοικό της. Μικρές αστικές εσοχές, από τις οποίες ρέει άφθονο το παρελθόν και επωάζεται συνδετικά και άυλα το παρόν της. Μέσα στους ψιθύρους της αλαφροΐσκιωτης πόλης και την διακριτική σιωπή των σημείων αυτών, χτυπά ρυθμικά η καρδιά της, σε αντιδιαστολή με την κραυγαλέα και πομπώδη εικόνα που προβάλλει στην επιφάνεια της. Κάπου εκεί, μέσα στο ελάχιστα διακριτό, η πόλη ψιθυρίζει, μαρτυρά, διαλαλεί την εσώτερη κωδικοποιημένη και πνιγμένη φωνή της και εν τέλει αποκαλύπτει τα μυστικά της. Μοναδικό αντίτιμο: το βλέμμα, αντί για το μυωπικό, φευγαλέο κοίταγμα.